Â
Το απόγευμα ήταν όμοÏφο. Γλυκός ο ήλιος. Και χÏυσαφÎνιο το δείλι. Και μετά ήÏθε μία χοÏταστική βÏαδιά. Με πολλά αστÎÏια. Με γλυκιά δÏοσιά. Κι όλος ο κόσμος μας φάνηκε μεγάλος. Εκεί ψηλά στο Μοχό. Î Ïώτα στη δίκλιτη εκκλησιά. Με δυο ιεÏείς που καταλάβαινες τα λόγια τους. Και μετά στην πλατεία του χωÏιοÏ. ΣτÏωμÎνη με κυβόλιθους. Σαν να ήθελε αυτός που τους Îφτιαξε να διώξει τα Ï„ÏοχοφόÏα και να καλÎσει σε Îνα ατÎλειωτο χοÏÏŒ.
Το ζευγάÏι ήταν (και είναι) νεανικό. Ο άντÏας ΓεÏμανός. Και η νÏφη γεννημÎνη από Έλληνα πατÎÏα και ΓεÏμανίδα μητÎÏα. Ήταν όμως ΚÏητικιά. Το Îβλεπες από μακÏιά.
Δεν Îχω ξαναπεÏάσει τόσο όμοÏφα σε Îνα Ï„Îτοιο γάμο. Το ζευγάÏι των νεόνυμφων ζει και δουλεÏει στη ΓεÏμανία. Κάθε καλοκαίÏι, όμως, είναι εδώ.  Στο Μοχό. Το αγαποÏν αυτό το ημιοÏεινό χωÏιό. ΘÎλουν να κÏατήσουν ζωντανÎÏ‚ τις μνήμες και τους δεσμοÏÏ‚. Έλληνες και ΓεÏμανοί μαζί. Εμείς το απολαμβάναμε με μία εξαιÏετική μουσική.
Και εκείνοι που παÏακολοÏθησαν με κάποια πεÏιÎÏγεια. Δεν το ΄χαν ξαναζήσει αυτό. Έχουν πάÏει μÎÏος, Ï€Ïοφανώς, σε δεκάδες όμοιες και παÏόμοιες τελετÎÏ‚ στην πατÏίδα τους. Μα Ï„Îτοιο πανηγÏÏι χαÏάς;
Τους εντυπωσίασαν και τα παιδιά που χόÏευαν ισάξια με τους μεγάλους. ΚοπÎλια και κοπελοÏδες μαζί. Σε αυτοÏÏ‚ τους χοÏοÏÏ‚ που βγαίνει η λεβεντιά των ανθÏώπων μας. Και μια Ï„ÏÎλα και αγάπη ζωής.
Î Î¿Î»Ï Î±Ïγά, δεν το συνηθίζω, Îφυγα από αυτό το πανηγÏÏι. Και σκÎφτηκα πόση λίγη βοήθεια Îχουν οι άνθÏωποι του τόπου μας όταν θÎλουν να κÏατήσουν ζωντανοÏÏ‚ τους δεσμοÏÏ‚ με τους Έλληνες της διασποÏάς. Κάτι θα πάÏουν από εμάς. Κάτι θα τους δώσουμε. Και κάτι θα μας δώσουν κι αυτοί.
Â
Â
ÎÎα ΚÏήτη, τα ΚαθημεÏινά, ΤÏίτη 2.9.2014
Â
Â
Â
Â
Â
|